Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Τι μέλλει γενέσθαι αδερφέ μου;



Και να αδερφέ μου
που μάθαμε να κουβεντιάζουμε
ήσυχα, ήσυχα κι απλά.
Καταλαβαινόμαστε τώρα
δε χρειάζονται περισσότερα.

Κι αύριο λέω θα γίνουμε
ακόμα πιο απλοί.
Θα βρούμε αυτά τα λόγια
που παίρνουνε το ίδιο βάρος
σ’ όλες τις καρδιές,
σ’ όλα τα χείλη,
έτσι να λέμε πια
τα σύκα σύκα
και τη σκάφη σκάφη.

Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι
και να λένε:
"Τέτοια ποιήματα
σου φτιάχνω εκατό την ώρα".
Αυτό θέλουμε κι εμείς.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε
για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου,
απ’ τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε
για να σμίξουμε τον κόσμο.


Ονειρεύομαι αυτή την ουτοπία. Τότε που θα συζητάμε μόνο τα ασήμαντα, τότε που η καρδιά μας θα ξαλαφρώσει και το μυαλό μας θα ηρεμήσει. Τότε που θα φωτίσουν λίγο τα μάτια μας και θα χαμογελάσουν τα χείλη μας. Λίγο δειλά στην αρχή κι έπειτα με τη σιγουριά: «όλα πέρασαν».

Κουράστηκα. 5 χρόνια μου ζητείται συνεχώς να επιλέξω πλευρά. Νιώθω ότι χάνω τον εαυτό μου. Θέλω να τελειώσει. Και να πάμε από την αρχή.

5 χρόνια τώρα, μοναχά απομακρυνόμαστε από τον διπλανό μας. Κοιτάμε την πάρτη μας και προσέχουμε τον κώλο μας. Σκληρύναμε. Αδιαφορούμε. Και μακαρίζουμε την τύχη μας που έχουμε ακόμα «δουλίτσα». Δεν μας ενόχλησε ποτέ η ουρά στον ΟΑΕΔ, ο καρκινοπαθής που αργοπεθαίνει χωρίς θεραπεία, ο άστεγος που ψάχνει στα σκουπίδια, τα παιδιά που τρώνε μόνο μακαρόνια γιατί οι γονείς τους δεν έχουν πια λεφτά για κρέας, οι παππούδες που πάνε στο σχόλασμα της λαϊκής να πάρουν τα φτηνά ζουληγμένα φρούτα που ξέμειναν, τα σχολεία χωρίς θέρμανση, τα σπίτια με τα μαγκάλια.

Η Ευρώπη των χαμένων αξιών. Που νοιάζεται περισσότερο για τα μπλε, τα κίτρινα και τα μωβ χαρτιά, παρά για τα ιδανικά πάνω στα οποία οικοδομήθηκε. Αυτά τα έφαγε η μαρμάγκα. Δημοκρατία, ελευθερία, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη. Κενές λέξεις τώρα πια.

Μαμά, μη φοβάσαι. Θα τα καταφέρω και χωρίς τις λίγες χιλιάδες ευρώ κλεισμένες στο όνομά μου σε μια κωλοτράπεζα. Μην ανησυχείς για μένα, θα βρω ένα αγόρι να μ’ αγαπάει και απένταρη.

Κλείνω τα αφτιά μου στις κραυγές του κάλπικου Κάλχα. Και των δυο πλευρών. Δεν θέλω να ακούσω άλλες τσιρίδες. Ούτε της τρομοκρατίας, ούτε της επανάστασης.

Μη μου φωνάξεις κι εσύ.


Αν θέλεις να κουβεντιάσουμε ήσυχα κι απλά, έλα να με βρεις. Εγώ θα περιμένω. Όσο αντέχω, θα περιμένω. 



το ποίημα, είναι του Γιάννη Ρίτσου
Η φωτογραφία είναι του Μενέλαου Μυρτιλλα, SOOC

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου